Οι ερευνητές εξέτασαν την πιθανή συσχέτιση μεταξύ πεπτικών διαταραχών και διαταραχών του ύπνου, ειδικά εφιαλτών. Τα ευρήματά τους βασίζονται σε μελέτες που περιελάμβαναν άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη, τα οποία ανέφεραν ότι συχνά βιώνουν εφιάλτες ή διαταραχές στον ύπνο. Η υπόθεση τους είναι ότι η πεπτική δυσφορία και η δυσανεξία στη λακτόζη μπορούν να επηρεάσουν το νευρικό σύστημα, προκαλώντας διαταραχές στον ύπνο και αυξάνοντας την πιθανότητα εμφάνισης εφιαλτών.
Ένας από τους πιθανούς μηχανισμούς που προτείνονται είναι η επίδραση της δυσανεξίας στη λακτόζη στον εγκέφαλο μέσω του άγχους και της δυσφορίας που προκαλεί η πεπτική διαταραχή. Η συνεχής δυσφορία και το άγχος πιθανόν να διαταράξουν τον κύκλο ύπνου-ξύπνιου με αποτέλεσμα να αυξάνεται η συχνότητα εφιαλτών. Επιπλέον, η κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων, όταν δεν ανεκτά, μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονώδεις αντιδράσεις που επηρεάζουν το νευρικό σύστημα και ενδεχομένως να συμβάλλουν στην εμφάνιση εφιαλτών.
Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η κατανόηση αυτής της συσχέτισης είναι σημαντική, καθώς μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων που πάσχουν από δυσανεξία στη λακτόζη. Συνιστούν την παρακολούθηση της διατροφής και την αποφυγή των προϊόντων που περιέχουν λακτόζη, προκειμένου να μειωθούν τα πεπτικά συμπτώματα και, πιθανώς, οι διαταραχές του ύπνου. Επιπλέον, η διαχείριση του άγχους και η υιοθέτηση σωστών συνηθειών ύπνου μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των εφιαλτών.

Αν και η έρευνα βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, τα ευρήματα αυτά ανοίγουν νέα πεδία μελέτης σχετικά με την επίδραση της διατροφής στην ψυχική υγεία και τον ύπνο. Η σύνδεση μεταξύ πεπτικών διαταραχών και ψυχικών διαταραχών, όπως οι εφιάλτες, δείχνει πόσο αλληλεξαρτώμενα είναι τα συστήματα του σώματος και πώς η διατροφή μπορεί να επηρεάσει την καθημερινή ζωή και ευεξία. Μελλοντικές έρευνες θα βοηθήσουν στην περαιτέρω κατανόηση αυτής της σχέσης και στην ανάπτυξη στοχευμένων θεραπειών.