ΝΕΑ ΥΓΕΙΑΣ

Τεχνητά γλυκαντικά: Υψηλή κατανάλωσή τους συνδέεται με 13% υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου

Τεχνητά γλυκαντικά: Υψηλή κατανάλωσή τους συνδέεται με 13% υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου
Τεχνητά γλυκαντικά: Νέα έρευνα διαπιστώνει ότι η υψηλότερη πρόσληψη τεχνητών γλυκαντικών συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου.

Μελέτες στον ανθρώπινο πληθυσμό έχουν βρει ότι τα τεχνητά γλυκαντικά είναι ασφαλή, αλλά τα αποτελέσματα από μελέτες in vitro και μελέτες σε ζώα δημιουργούν ορισμένες ανησυχίες. Μια νέα μελέτη σε καταναλωτές τεχνητών γλυκαντικών διαπιστώνει ότι τα προϊόντα συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου. Ειδικότερα, μια μεγάλη νέα μελέτη παρατήρησης βρήκε μια συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης τεχνητών γλυκαντικών, ιδιαίτερα της ασπαρτάμης και της ακεσουλφάμης-Κ, και του καρκίνου.

Η μελέτη διαπίστωσε 13% υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου γενικά, με υψηλότερη πιθανότητα να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού και καρκίνους που σχετίζονται με την παχυσαρκία άτομα που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες τεχνητών γλυκαντικών.

Η παγκόσμια αγορά τεχνητών γλυκαντικών υπολογίζεται στα 22,2 δισεκατομμύρια δολάρια και συνεχώς αυξάνεται, σημειώνοντας αύξηση σχεδόν τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων μόνο τα τελευταία 2 χρόνια. Μια μελέτη του 2017 διαπίστωσε ότι το 41,4% των ενηλίκων των ΗΠΑ και το 25,1% των παιδιών χρησιμοποιούν τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, συστατικά που εμπεριέχονται σε ένα ευρύ φάσμα εμπορικών προϊόντων.

Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) έχει εγκρίνει έξι τέτοιες ουσίες ως ασφαλείς για ανθρώπινη κατανάλωση σε τυπικά ημερήσια επίπεδα πρόσληψης. Πολλές έγκριτες ιατρικές αρχές και οργανισμοί σήμερα θεωρούν τα τεχνητά γλυκαντικά ασφαλή μετά από εκτεταμένη επιδημιολογική έρευνα με ανθρώπινους πληθυσμούς.

Ο Δρ. Philip Landrigan, διευθυντής του Παγκόσμιου Προγράμματος Δημόσιας Υγείας και του Παρατηρητηρίου Παγκόσμιας Ρύπανσης και Καθηγητής Βιολογίας στο Schiller Institute for Integrated Science and Society του Boston College, MA., που δεν συμμετείχε στη μελέτη, σχολιάζει σχετικά: «Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις καρκινογένεσης της ασπαρτάμης από μελέτες σε ζώα, αλλά καμία σταθερή επιδημιολογική επιβεβαίωση μέχρι τώρα. Για το λόγο αυτό, αυτή η μελέτη είναι πολύ σημαντική και έχει μεγάλες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία».

«Ιδιαίτερα με ανησυχεί ως παιδίατρο», σημείωσε, το γεγονός ότι «σε μελέτες σε ζώα, ακόμη και πολύ χαμηλές δόσεις ασπαρτάμης στη διατροφή εγκύου θηλυκού αρουραίου είναι ισχυρά καρκινογόνες για τους απογόνους του».

Η νέα έρευνα δημοσιεύεται στο PLOS MEDICINE.

Σχετικά με τη μελέτη

Η μελέτη συντάχθηκε από ερευνητές που σχετίζονται με την Ερευνητική Ομάδα Διατροφικής Επιδημιολογίας (EREN) του Γαλλικού Ινστιτούτου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (INSERM) του Πανεπιστημίου της Σορβόννης Paris Nord, του Conservatoire National des Arts et Métiers (CNAM) και του Εθνικού Ινστιτούτου Ερευνών για τη Γεωργία, τα Τρόφιμα και το Περιβάλλον (INRAE) στη Γαλλία.

Οι ερευνητές ανέλυσαν τα ιστορικά 102.865 ενηλίκων που συμμετείχαν στη συνεχιζόμενη μελέτη NutriNet-Santé, η οποία άρχισε να συλλέγει δεδομένα το 2009. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για τη νέα έρευνα κατά μέσο όρο 7,8 ετών.

«Τα ευρήματα από αυτή τη μελέτη είναι πολύ πρωτότυπα, καθώς, από ό,τι γνωρίζουμε, καμία προηγούμενη μελέτη κοόρτης δεν είχε διερευνήσει άμεσα τη συσχέτιση μεταξύ ποσοτικών προσλήψεων τεχνητών γλυκαντικών καθ’ εαυτών και τον κίνδυνο καρκίνου», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας, Charlotte Debras.