35.6 C
Athens
35.1 C
Thessaloniki
Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

Η χηρεία ενισχύει τη μοναξιά παρά τους ισχυρούς δεσμούς με τα παιδιά

Η απώλεια ενός συντρόφου αφήνει βαθύ συναισθηματικό κενό, που ούτε οι στενότερες οικογενειακές σχέσεις δεν μπορούν να γεμίσουν.

Ακόμη και όταν οι χήροι και οι χήρες γονείς διατηρούν στενές, συχνές σχέσεις με τα ενήλικα παιδιά τους, συνεχίζουν να βιώνουν έντονη μοναξιά, σύμφωνα με τα ευρήματα της πρώτης μελέτης του είδους της, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Aging & Mental Health.

Η μελέτη, η οποία διήρκεσε 25 χρόνια και βασίστηκε σε συνεντεύξεις με περισσότερα από 5.500 άτομα – άνδρες και γυναίκες, εκ των οποίων πολλοί είχαν χάσει τον/την σύζυγό τους – καταρρίπτει την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι η ύπαρξη παιδιών λειτουργεί ως ανάχωμα στη μοναξιά μετά τη χηρεία.

Η συναισθηματική μοναξιά δεν καλύπτεται από τη σχέση με τα παιδιά

Παρόλο που η απώλεια συζύγου φαίνεται να ενισχύει τους δεσμούς μεταξύ μητέρων και παιδιών, οι συγγραφείς της μελέτης επισημαίνουν ότι αυτό δεν επαρκεί για να καλύψει το συναισθηματικό κενό που αφήνει πίσω της η απώλεια ενός συντρόφου ζωής.

Όπως εξηγεί ο επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, δρ. Maximilian Tolkamp, από το Πανεπιστήμιο του Siegen στη Γερμανία, «τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η χηρεία συνδέεται με επίμονες αυξήσεις στα επίπεδα μοναξιάς, ακόμα και όταν οι σχέσεις με τα παιδιά βελτιώνονται – ειδικά για τις μητέρες, οι οποίες συχνά λειτουργούν ως συνδετικός κρίκος στην οικογένεια». «Ωστόσο, οι ενισχυμένες αυτές σχέσεις δεν καταφέρνουν να μετριάσουν ουσιαστικά την κοινωνική ή τη συναισθηματική μοναξιά», προσθέτει.

Η έρευνα και τα ευρήματα

Η μελέτη αξιοποίησε δεδομένα από τη Γερμανική Έρευνα Γήρανσης (DEAS), μια πανεθνική έρευνα που παρακολουθεί τις ζωές ατόμων άνω των 40 ετών. Συγκεκριμένα, αναλύθηκαν δεδομένα από 5.610 έγγαμους γονείς με ενήλικα παιδιά, εκ των οποίων οι 475 (176 άνδρες και 299 γυναίκες) έχασαν τον/την σύζυγό τους κατά την περίοδο 1996–2021. Ο μέσος όρος ηλικίας κατά τη χηρεία ήταν τα 72,5 έτη.

Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να αξιολογήσουν δηλώσεις σχετικά με την αίσθηση συναισθηματικής ασφάλειας, απόρριψης, αλλά και τη διαθεσιμότητα υποστηρικτικών σχέσεων. Παράλληλα, αξιολογήθηκε η συχνότητα και η ποιότητα επαφής με τα ενήλικα παιδιά τους – είτε πρόσωπο με πρόσωπο, είτε τηλεφωνικά, είτε γραπτώς.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα τρία πρώτα χρόνια μετά τη χηρεία είναι τα πιο δύσκολα από πλευράς συναισθηματικής μοναξιάς, με την κατάσταση να επιδεινώνεται περαιτέρω τέσσερα έως επτά χρόνια μετά την απώλεια του/της συντρόφου.

Η κοινωνική μοναξιά, δηλαδή η αίσθηση απομόνωσης από το ευρύτερο κοινωνικό δίκτυο, αυξάνεται με πιο αργό ρυθμό. Στους άνδρες παρατηρήθηκε αύξηση αυτής της μορφής μοναξιάς μεταξύ των τεσσάρων και επτά ετών μετά την απώλεια, ενώ στις γυναίκες δεν παρατηρήθηκε σημαντική μεταβολή.

Οι μητέρες, ειδικότερα, ανέφεραν συχνότερη επαφή και μεγαλύτερη συναισθηματική εγγύτητα με τα παιδιά τους μετά την απώλεια του συντρόφου. Το ίδιο δεν ίσχυε για τους πατέρες, οι οποίοι δεν παρουσίασαν ανάλογες αλλαγές στις σχέσεις τους με τα παιδιά.

Ο ρόλος των κοινωνικών δεσμών εκτός οικογένειας

Αν και η μελέτη επικεντρώθηκε στις σχέσεις γονέων-παιδιών, οι ερευνητές τονίζουν ότι οι δεσμοί με άτομα εκτός οικογένειας (γνωστοί, φίλοι, κοινότητα) ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερη σημασία για την αντιμετώπιση της κοινωνικής μοναξιάς.

Ο καθηγητής Matthias Pollmann-Schult, συν-συγγραφέας της μελέτης, δηλώνει: «Τα αποτελέσματα μάς εξέπληξαν, καθώς προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η ποιότητα της σχέσης με τα παιδιά επηρεάζει έντονα την ευημερία των ηλικιωμένων γονέων. Φαίνεται, ωστόσο, ότι η απώλεια συζύγου έχει τόσο βαθύ αντίκτυπο που ακόμα και ισχυρές οικογενειακές σχέσεις δεν μπορούν να την αντισταθμίσουν πλήρως».

Μήνυμα προς τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους θα ενισχύσουν την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις κατά της μοναξιάς στους χήρους. Η ενίσχυση της επαφής με την οικογένεια, όσο σημαντική κι αν είναι, δεν αποτελεί από μόνη της επαρκές «αντίδοτο» στη μοναξιά.

Τέλος, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η ανάλυσή τους περιορίζεται στη γονεϊκή σχέση και δεν περιλαμβάνει τους υπόλοιπους κοινωνικούς δεσμούς. Υπογραμμίζουν, ωστόσο, ότι οι σχέσεις με μη συγγενικά πρόσωπα ίσως παίζουν κρίσιμο ρόλο – ιδίως στην κοινωνική μοναξιά – και αξίζει να αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής έρευνας.

Η απώλεια ενός συντρόφου αφήνει βαθύ συναισθηματικό κενό, που ούτε οι στενότερες οικογενειακές σχέσεις δεν μπορούν να γεμίσουν. Η χηρεία φέρνει επίμονα αυξανόμενα επίπεδα μοναξιάς και, όπως δείχνει η μελέτη, η κοινωνική υποστήριξη θα πρέπει να ξεπερνά τα όρια της οικογένειας, για να είναι πραγματικά αποτελεσματική.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΠΙΛΟΓΕΣ