Καρδιαγγειακά

Τελομερή και καρδιαγγειακή θνησιμότητα

Τελομερή και καρδιαγγειακή θνησιμότητα
Τα βραχέα τελομερή – τα προστατευτικά άκρα των χρωμοσωμάτων – έχουν ήδη συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρδιακή νόσο. Τώρα, έρευνα από επιστήμονες στο πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο βρήκε ότι η αλλαγή στο μήκος των τελομερών με την πάροδο του χρόνου είναι επίσης σημαντική: ασθενείς με καρδιακή νόσο των οποίων τα τελομερή συρρικνώθηκαν με […]

Τα βραχέα τελομερή – τα προστατευτικά άκρα των χρωμοσωμάτων – έχουν ήδη συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρδιακή νόσο. Τώρα, έρευνα από επιστήμονες στο πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο βρήκε ότι η αλλαγή στο μήκος των τελομερών με την πάροδο του χρόνου είναι επίσης σημαντική: ασθενείς με καρδιακή νόσο των οποίων τα τελομερή συρρικνώθηκαν με το χρόνο είχαν χειρότερη βραχυπρόθεσμη πρόγνωση από εκείνους των οποίων τα τελομερή παρέμειναν σταθερά, και εκείνων των οποίων το μήκος αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της μελέτης που είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης. Η έρευνα, δημοσιεύθηκε στο PLoS One με κύριο συγγραφέα την Μ Whooley, MD,  καθηγήτρια  ιατρικής, επιδημιολογίας και βιοστατιστικής στο UCSF.

Το μήκος των τελομερών έχει αναδειχθεί ως ο κορυφαίος βιοδείκτης της γήρανσης, και προβλέπει την πρώιμη εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου. Σε ηλικιωμένα άτομα με σταθερή καρδιακή νόσο, η μακροζωία μπορεί να ποικίλλει σημαντικά, αλλά μια σειρά από μελέτες έχουν δείξει ότι το μήκος των τελομερών τους φαίνεται να συσχετίζεται με τα έτη υγιούς ζωής που τους απομένουν. Ωστόσο, προηγούμενες μελέτες που αξιολογούν το μήκος των τελομερών στα λευκά αιμοσφαίρια ως προγνωστικού δείκτης θνησιμότητας έχουν παράξει αντιφατικά ευρήματα.

Στη νέα μελέτη, η Whooley και οι συνεργάτες της διερεύνησαν εάν η μεταβολή του μήκους των τελομερών – και όχι το απόλυτη μήκος τους – μπορεί να είναι καλύτερα προβλεπτικό της διάρκειας υγιούς ζωής σε ασθενείς με καρδιακή νόσο. Η ομάδα παρακολούθησε για πάνω από εννέα χρόνια 608 άνδρες και γυναίκες με καρδιαγγειακή νόσο. Οι ερευνητές μέτρησαν το μήκος των τελομερών των λευκοκυττάρων των ασθενών κατά την έναρξη της μελέτης και πάλι πέντε χρόνια αργότερα, και στη εξέτασαν κατά πόσον η διαφορά μεταξύ αυτών των μετρήσεων πρόβλεψε ποιοι ασθενείς είχαν περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Συνολικά, το ένα τέταρτο των ασθενών είχαν πεθάνει από το τέλος της μελέτης, αλλά μόνο το 12 τοις εκατό των ασθενών των οποίων τα τελομερή είχαν επιμηκυνθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης πέντε ετών ήταν μεταξύ αυτής της ομάδας.

Αντίθετα, το 39% των ασθενών των οποίων τα τελομερή είχαν συρρικνωθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης των πέντε ετών πέθαναν μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Από εκείνους των οποίων το μήκος των τελομερών είχε παραμείνει σταθερή, το 22 τοις εκατό πέθαναν πριν από το τέλος της μελέτης. «Αυτή η μελέτη δείχνει ότι ο ρυθμός μεταβολής του μήκους των τελομερών μπορεί να είναι ένας σημαντικός προγνωστικός παράγοντας», δήλωσε η Whooley. «Δείχνει επίσης, μάλλον απροσδόκητα, ότι ένας σημαντικός αριθμός ατόμων είχαν επιμήκυνση των τελομερών τους, και αυτό φαίνεται να είναι προστατευτική». Μέχρι στιγμής, ο μηχανισμός της επιμήκυνσης των τελομερών είναι άγνωστος.