Καρδιαγγειακά

Οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια δεν επιστρέφουν στην δουλειά 

Οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια δεν επιστρέφουν στην δουλειά 
Το ένα τρίτο των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια δεν καταφέρνει να επιστρέψει στην δουλειά  του! Το ένα τρίτο των πασχόντων που νοσηλεύονται για πρώτη φορά με καρδιακή ανεπάρκεια, -έναν χρόνο μετά το συμβάν- ατυχώς δεν έχει επιστρέψει στην εργασία του. Τα στοιχεία αυτά, αποκαλύπτει μια μελέτη σε 12 000 ασθενείς που παρουσιάστηκαν σήμερα στο 3ο […]

Το ένα τρίτο των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια δεν καταφέρνει να επιστρέψει στην δουλειά  του!

Το ένα τρίτο των πασχόντων που νοσηλεύονται για πρώτη φορά με καρδιακή ανεπάρκεια, -έναν χρόνο μετά το συμβάν- ατυχώς δεν έχει επιστρέψει στην εργασία του.

Τα στοιχεία αυτά, αποκαλύπτει μια μελέτη σε 12 000 ασθενείς που παρουσιάστηκαν σήμερα στο 3ο Παγκόσμιο Συνέδριο με θέμα την οξεία καρδιακή ανεπάρκεια. Η μελέτη και παρουσίαση των στοιχείων έγινε από τον Δρ Rasmus Roerth, γιατρό στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Κοπεγχάγης στη Δανία.

“Η απασχόληση είναι ζωτικής σημασίας για την αυτοεκτίμηση και την ποιότητα της ζωής, και βέβαια υψίστης οικονομικής σημασίας για ασθενείς που πάσχουν από χρόνιες παθήσεις ,” δήλωσε ο Δρ Roerth.

Και συνέχισε: “Η αδυναμία διατήρησης μιας εργασίας πλήρους απασχόλησης από ηλικιωμένους ασθενείς είναι μια έμμεση συνέπεια της καρδιακής ανεπάρκειας, της νοσηλείας αλλά και της θνησιμότητας που πιθανά απορρέει από την πάθηση.

Η μελέτη περιελάμβανε 11 880 ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια ηλικίας 18-60 ετών που είχαν προσληφθεί στη δουλειά τους πριν νοσήσουν.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ένα χρόνο μετά από νοσηλεία για καρδιακή ανεπάρκεια- για πρώτη φορά- το 68% των ασθενών είχε επιστρέψει στην εργασία, το 25% δεν το κατάφερε, και το 7% είχε αποβιώσει.

Ο Δρ Roerth είπε: “Μεταξύ των ασθενών που είναι ζωντανοί -ένα χρόνο μετά την πρώτη νοσηλεία λόγω της καρδιακής ανεπάρκεια τους- το 37% δεν κατάφερε να επιστρέψει στην εργασία του. Δυστυχώς η καρδιακή ανεπάρκεια μειώνει σημαντικά την ικανότητα του ασθενούς να διατηρήσει μετέπειτα μια φυσιολογική ζωή”.

Οι νεότεροι ασθενείς ηλικίας από 18 έως 30 ετών είχαν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να επιστρέψουν στην εργασία τους σε σχέση με ασθενείς 51 έως 60 ετών. “Το γεγονός αυτό δε θα πρέπει να μας προκαλεί έκπληξη, διότι οι νεότεροι ασθενείς αναρρώνουν ευκολότερα και έχουν καλύτερη ψυχολογία,” δήλωσε ο Δρ Roerth.

Ο Δρ Roerth είπε, επίσης: “Οι ασθενείς με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο επιστρέφουν συχνότερα στη δουλειά τους και στην παλιά τους θέση διότι απαιτείται γι’ αυτούς (λόγω job description) λιγότερη σωματική καταπόνηση. Επίσης, απολαμβάνουν ευκολότερα το προνόμιο ευέλικτων όρων εργασίας”.

Οι άνδρες είναι 24% πιθανότερο από τις γυναίκες να επιστρέψουν στην εργασία τους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός του βιοπορισμού.Αντίθετα, οι ασθενείς που νοσηλεύτηκαν για περισσότερο από 7 ημέρες, ή είχαν ιστορικό εγκεφαλικού επεισοδίου, χρόνια νεφρική νόσο, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, διαβήτη ή καρκίνο δεν γύρισαν πίσω στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες.

Σύμφωνα με το Δρ Roerth: “Η έξοδος από την αγορά εργασίας και την εξάρτηση από δημόσιες παροχές έχει μεγάλες οικονομικές συνέπειες που υπερβαίνουν την ήδη σημαντική οικονομική επιβάρυνση των ασθενών και των οικογενειών τους. Ίσως η ψυχολογική υποστήριξη των πασχόντων και η εύρεση μιας εργασίας προσαρμοσμένης στα νέα δεδομένα του πάσχοντα να αποτελεί αναγκαιότητα”.