Διαβήτης

Διαβήτης: Συνδέεται με άπνοια και ροχαλητό

Διαβήτης: Συνδέεται με άπνοια και ροχαλητό
Τα άτομα μεγάλης ηλικίας που αντιμετωπίζουν άπνοια ή ροχαλητό κατά τη διάρκεια του ύπνου έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν διαβήτη τύπου 2, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα. Η εν λόγω μελέτη, πραγματοποιήθηκε σε περίπου 6000 ενήλικες στις ΗΠΑ, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για διάστημα έως 10 ετών. Τα ευρήματα της έρευνας καταδεικνύουν πως οι γιατροί θα πρέπει […]

Τα άτομα μεγάλης ηλικίας που αντιμετωπίζουν άπνοια ή ροχαλητό κατά τη διάρκεια του ύπνου έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν διαβήτη τύπου 2, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.

Η εν λόγω μελέτη, πραγματοποιήθηκε σε περίπου 6000 ενήλικες στις ΗΠΑ, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για διάστημα έως 10 ετών. Τα ευρήματα της έρευνας καταδεικνύουν πως οι γιατροί θα πρέπει να εξετάζουν με μεγαλύτερη προσοχή τους υπερήλικες ασθενείς με θέματα αναπνοής στον ύπνο, για τυχόν συμπτώματα που οδηγούν στον Διαβήτη Τύπου 2.

«Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι οι ασθενείς με διαβήτη έχουν υψηλότερο επιπολασμό των διαταραχών του ύπνου από ότι παρατηρείται στον γενικό πληθυσμό», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, Linn Beate Strand. «Ωστόσο, λίγα είναι γνωστά σχετικά με το αν τα συμπτώματα της άπνοιας κατά τον ύπνο αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2 αργότερα, ειδικά σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας».

Η άπνοια κατά τον ύπνο, καθιστά τον άνθρωπο που κοιμάται, ανίκανο να αναπνεύσει εντελώς για κάποια δευτερόλεπτα. Συχνά η αναπνοή ξαναρχίζει απότομα με ένα δυνατό ροχαλητό ή έναν πνιχτό ήχο, σύμφωνα με το αμερικάνικο Εθνικό Ινστιτούτο Καρδιάς, Πνευμόνων και Αίματος.

Αυτές οι επαναλαμβανόμενες διακοπές της αναπνοής, οι οποίες μπορεί να προκύψουν έως και 30 φορές μέσα σε μία ώρα, έχουν συνδεθεί με ημερήσια υπνηλία και αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση υψηλής αρτηριακής πίεσης, καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής ανεπάρκειας, καρδιακής αρρυθμίας, διαβήτη ή ακόμη και με την πρόκληση ακαριαίου θανάτου του ανθρώπου που πάσχει από άπνοια (σπανιότερα).

Η Strand και οι συνεργάτες της ανέλυσαν στοιχεία από 5.888 ενήλικες από όλη την ΗΠΑ μεταξύ των ετών 1989 και 1993, όταν ήταν 65 ετών ή γηραιότεροι. Κανείς δεν είχε διαβήτη τύπου 2, όταν εγγράφηκαν στην έρευνα.

Κάθε έξι μήνες μέχρι το 1999, οι ερευνητές ρωτούσαν τους ηλικιωμένους αν είχαν παρατηρήσεις συμπτώματα άπνοιας, είτε στους ίδιους είτε στους συντρόφους τους.

Επιπλέον, οι ερευνητές ρώτησαν σχετικά με τα συμπτώματα αϋπνίας, όπως η δυσκολία να κοιμηθούν, το συχνό ξύπνημα τη νύχτα ή αν ξυπνούσαν πολύ νωρίς και δεν ήταν σε θέση να πέσουν ξανά για ύπνο.

Αναφορικά με το επίπεδο ινσουλίνης των συμμετεχόντων, μιας ορμόνης που ρυθμίζει το σάκχαρο του αίματος, μετρήθηκε στην αρχή της μελέτης, και τα επίπεδα σακχάρου του αίματος τους μετρήθηκαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια των χρόνων. Οι ερευνητές σημείωσαν επίσης τα υποκείμενα της έρευνας που ανέπτυξαν διαβήτη τύπου 2 κατά τη διάρκεια της μελέτης.

Οι ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας που ανέφεραν ροχαλητό, άπνοια κατά τον ύπνο ή υπνηλία κατά την ημέρα έτειναν να έχουν επίπεδα σακχάρου στο αίμα υψηλότερα από το κανονικό. Είχαν επίσης την αντίσταση στην ινσουλίνη, που σημαίνει ότι παράγονται υψηλότερες από τις κανονικές ποσότητες ινσουλίνης, αλλά τα σώματά τους ήταν λιγότερο σε θέση να το χρησιμοποιούν για να ελέγχουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους.