Ρευματολογία

Ρευματοειδής αρθρίτιδα και καρδιαγγειακά

Ρευματοειδής αρθρίτιδα και καρδιαγγειακά
Τα αποτελέσματα μιας μετα-ανάλυσης που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ετήσιο ευρωπαϊκό συνέδριο ρευματολογίας (EULAR 2017) και σε συνέντευξη Τύπου έδειξαν ότι ο αυξημένος κίνδυνος καρδιαγγειακών επεισοδίων των ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα (ΡΑ) σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό έχει μειωθεί από το έτος 2000. Σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό, οι ασθενείς με ΡA […]

Τα αποτελέσματα μιας μετα-ανάλυσης που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ετήσιο ευρωπαϊκό συνέδριο ρευματολογίας (EULAR 2017) και σε συνέντευξη Τύπου έδειξαν ότι ο αυξημένος κίνδυνος καρδιαγγειακών επεισοδίων των ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα (ΡΑ) σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό έχει μειωθεί από το έτος 2000.

Σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό, οι ασθενείς με ΡA είναι γνωστό ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένου του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (ΑΕΕ), του εμφράγματος του μυοκαρδίου (ΜΙ), της συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας (CHF) και της θνητότητας από καρδιαγγειακά αίτια (CVM). Αυτή η νέα ανάλυση επιβεβαίωσε τον αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου σε άτομα με ΡΑ σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Ωστόσο, ο αυξημένος κίνδυνος φαίνεται να είναι χαμηλότερος απ’ότι πριν από το έτος 2000. Για να εκτιμηθεί η περίσσεια του καρδιαγγειακού κινδύνου που παρουσιάζουν οι ασθενείς με ΡΑ σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό , πριν και μετά τη δεκαετία του 2000, διενεργήθηκε λεπτομερής βιβλιογραφική έρευνα μέχρι τον Μάρτιο του 2016.

Από τις 5714 επιλεγμένες βιβλιογραφικές αναφορές, 28 μελέτες παρατήρησης παρείχαν στοιχεία για την εμφάνιση καρδιαγγειακού επεισοδίου (ΑΕΕ, MI, CHF, CVM) σε ασθενείς με ΡA και σε ομάδες ελέγχου. Μια μετα-ανάλυση του σχετικού κινδύνου (RR) που αφορούσε ασθενείς με ΡΑ σε σχέση με την ομάδα ελέγχου διεξήχθη για κάθε καρδιαγγειακό συμβάν και για κάθε περίοδο (πριν και μετά τη δεκαετία του 2000). Για μελέτες που δημοσιεύθηκαν πριν από το 2000, μια ιδιαίτερα σημαντική αύξηση του κινδύνου και των τεσσάρων καρδιαγγειακών συμβαμάτων παρατηρήθηκε σε ασθενείς με ΡΑ έναντι της ομάδας ελέγχου. Για όλες τις μελέτες που δημοσιεύθηκαν μετά το έτος 2000, ο αυξημένος καρδιαγγειακός κίνδυνος δεν ήταν συνδεδεμένος με CHF και CVM.

«Αυτή η μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου μπορεί να έχει δύο εξηγήσεις», δήλωσε η Elisabeth Filhol, ρευματολόγος του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Νιμ, Γαλλία. «Μπορεί απλά να οφείλεται στην καλύτερη διαχείριση του καρδιαγγειακού κινδύνου σε ασθενείς με ΡΑ.» «Ωστόσο, γνωρίζοντας ότι η συστηματική φλεγμονή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος τόσο της ΡΑ όσο και της αθηροσκλήρωσης, μπορεί επίσης να σχετίζεται με καλύτερο έλεγχο της χρόνιας συστηματικής φλεγμονής ως αποτέλεσμα των νέων θεραπευτικών στρατηγικών» πρότεινε η καθηγήτρια Cécile Gaujoux-Viala του Πανεπιστημίου του Μονπελιέ. «Κατά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, νέες στρατηγικές θεραπείας όπως ο αυστηρός έλεγχος, οι στοχευμένες θεραπείες και η χρήση βιολογικών παραγόντων επέτρεψαν καλύτερο έλεγχο της συστηματικής φλεγμονής σε ασθενείς με ΡA,» προσέθεσε.