Ογκολογία

Εντερικά βακτήρια ενισχύουν τη δράση των φαρμάκων χημειοθεραπείας

healthweb.gr | Ειδήσεις όπως είναι.
Πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι τα βακτήρια του εντέρου έχουν επίδραση στον καρκίνο. Κάποια ευοδώνουν την ανάπτυξη του όγκου, ενώ άλλα την εμποδίζουν. Ωστόσο, δεν είναι σαφές ποια είδη μικροβίων του εντέρου βοηθούν και ποια όχι . Τώρα, μια νέα μελέτη ταυτοποιεί  δύο είδη βακτηρίων του εντέρου που ενισχύουν την επίδραση  ενός συνηθισμένου χημειοθεραπευτικού φαρμάκου με […]

Πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι τα βακτήρια του εντέρου έχουν επίδραση στον καρκίνο. Κάποια ευοδώνουν την ανάπτυξη του όγκου, ενώ άλλα την εμποδίζουν. Ωστόσο, δεν είναι σαφές ποια είδη μικροβίων του εντέρου βοηθούν και ποια όχι . Τώρα, μια νέα μελέτη ταυτοποιεί  δύο είδη βακτηρίων του εντέρου που ενισχύουν την επίδραση  ενός συνηθισμένου χημειοθεραπευτικού φαρμάκου με την ενεργοποίηση ανοσοκυττάρων.  Ο Δρ Ματίας Chamaillard, διευθυντής έρευνας του Κέντρου Inserm / CNRS / του πανεπιστημίου της Λιλ στη Γαλλία, παρουσιάζει τα ευρήματά της ομάδας του στην επιστημονική επιθεώρηση Immunity.

Στη νέα μελέτη, ο Δρ Chamaillard και οι συνεργάτες του δείχνουν ότι δύο είδη των βακτηρίων του εντέρου – Enterococcus hirae και Barnesiella intestinihominis – αυξάνουν την αποτελεσματικότητα  του συνηθισμένου ανοσοκατασταλτικού χημειοθεραπευτικού φαρμάκου κυκλοφωσφαμίδη διαμέσου της ενεργοποίησης τα Τ λεμφοκυττάρων. Επιπρόσθετα έδειξαν ότι η ανοσιακή απάντηση που ενισχύθηκε από αυτά τα βακτηρίδια προέβλεψε μεγαλύτερα διαστήματα ελεύθερα ανάπτυξης της νόσου και επιβίωσης σε ασθενείς με προχωρημένους όγκους του πνεύμονα και τις ωοθήκες που αντιμετωπίστηκαν με χημειο-ανοσοθεραπεία. Ο Δρ Chamaillard λέει ότι με τα ευρήματα της μελέτης θα μπορούσε να βελτιωθεί ο σχεδιασμός αντικαρκινικών θεραπειών, είτε με τη βελτιστοποίηση της χρήσης των αντιβιοτικών ή την εφαρμογή χορήγησης συμπληρωμάτων με ογκομικροβιοτικά ή με τους βιοδραστικούς μεταβολίτες τους, για την προώθηση της αποτελεσματικότητας των αντικαρκινικών φαρμάκων. “Ως πρώτο βήμα, η ομάδα χρησιμοποίησε μοντέλα ποντικού για να διερευνηθούν οι επιδράσεις των δύο ειδών βακτηρίων χωριστά με τη χημειοθεραπεία. Βρήκαν ότι η από του στόματος θεραπεία με Ε hirae ενεργοποίησε την κατά του όγκου απόκριση των  Τ λεμφοκυττάρων στο σπλήνα, το οποίο, μαζί με τη χημειοθεραπεία μείωσε την ανάπτυξη του όγκου. Βρήκαν επίσης παρόμοια αποτελέσματα με την από του στόματος θεραπεία με Β intestinihominis – μόνο που σε αυτή την περίπτωση, τα βακτήρια εξώθησαν τα Τ λεμφοκύτταρα να διηθήσουν πειραματικούς όγκους. Προχωρώντας σε ανθρώπους η ομάδα μελέτησε τη συμπεριφορά των Τ-λεμφοκυττάρων σε δείγματα αίματος από 38 ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του πνεύμονα ή των ωοθηκών που αντιμετωπίζονταν με χήμειο – ανοσοθεραπεία. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ανοσοποιητική μνήμη των Τ-λεμφοκυττάρων ειδικά για τα Enterococcus hirae και Barnesiella intestinihominis προέβλεψε το διάστημα ελεύθερο προόδου νόσου στους ασθενείς. Σχεδιάζουν περαιτέρω μελέτες για να ανακαλύψουν ειδικά ποιοι βακτηριακοί μεταβολίτες ή ποια ανοσοτροποποιητικά μόρια ευθύνονται για την ενίσχυση του αποτελέσματος της κυκλοφοσφαμίδης.