Οδοντιατρική

Η κρίση στην κυριολεξία ξεδοντιάζει τους Έλληνες

Η κρίση στην κυριολεξία ξεδοντιάζει τους Έλληνες
Στα δυσάρεστα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης καταγράφεται και η απουσία οδοντιατρικής φροντίδας ακόμα και στα παιδιά, σύμφωνα με την Πανελλήνια Επιδημιολογική Μελέτη Καταγραφής Στοματικής Υγείας. Τρία στα πέντε παιδιά ηλικίας 5 ετών έχουν τερηδόνα, με την κατάσταση να επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου, με αποτέλεσμα επτά στα δέκα παιδιά στην ηλικία των 12 ετών […]

Στα δυσάρεστα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης καταγράφεται και η απουσία οδοντιατρικής φροντίδας ακόμα και στα παιδιά, σύμφωνα με την Πανελλήνια Επιδημιολογική Μελέτη Καταγραφής Στοματικής Υγείας.

Τρία στα πέντε παιδιά ηλικίας 5 ετών έχουν τερηδόνα, με την κατάσταση να επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου, με αποτέλεσμα επτά στα δέκα παιδιά στην ηλικία των 12 ετών να έχουν τερηδόνα. Στη δε εφηβεία η τερηδόνα καταγράφεται στο 84% των νέων ηλικίας 15 ετών. Μάλιστα στο νομό Ιωαννίνων, το σύνολο των 15χρονων έχουν τερηδόνα.

Το υψηλότερο ποσοστό παιδιών χωρίς τερηδόνα εντοπίστηκε στην Κεφαλλονιά, την Αχαΐα (5χρονα) και στο Νομό Χανίων (12χρονα και 15χρονα), ενώ θετικό στοιχείο είναι πως διπλασιάστηκε το ποσοστό προληπτικής κάλυψης, συγκριτικά με την αντίστοιχη έρευνα του 2004.

Τα συγκεκριμένα εξαιρετικά ανησυχητικά στοιχεία προέκυψαν από την Επιδημιολογική Μελέτη, η οποία διενεργήθηκε από επιστήμονες των Οδοντιατρικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης, με πρωτοβουλία της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας (ΕΟΟ).

Όπως διαπίστωσαν οι επιστήμονες, σε σχέση με την περασμένη δεκαετία, ο ελληνικός πληθυσμός εμφανίζει υψηλότερο ποσοστό αναγκών οδοντιατρικής φροντίδας οι οποίες μένουν χωρίς αντιμετώπιση. Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται στην παρατεταμένη οικονομική κρίση που καθιστά για πολλούς την οδοντιατρική φροντίδα πολυτέλεια, παρά το γεγονός ότι είναι άκρως απαραίτητη.

Τα ευρήματα της μελέτης παρουσιάστηκαν σήμερα από τους κ.κ. Αθ. Κατσίκη – Πρόεδρο της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας, Κ. Ουλή – Καθηγητή Παιδοδοντιατρικής, Οδοντιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, Επιστημονικός Υπεύθυνος ΕΟΟ, Συντονιστής ACFF Ελλάς, Α. Καββαδία, Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδοδοντιατρικής, Οδοντιατρική Σχολή ΕΚΠΑ και Α. Βιέρρου – Ειδικευμένη στην Παιδοδοντιατρική, Πρόεδρο Ελληνικής Παιδοδοντικής Εταιρείας, Μέλος ACFF Ελλάς.

Ο πρόεδρος της Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας υπογράμμισε τη σημασία των επιδημιολογικών καταγραφών σε σχέση με τη στοματική υγεία του ελληνικού πληθυσμού και μάλιστα σε μία περίοδο παρατεταμένης κρίσης, κατά την οποία οι πολίτες αντιμετωπίζουν προβλήματα κάλυψης των αναγκών τους. Ο κ. Κατσίκης ανέφερε ότι «τα στοιχεία της μελέτης καταδεικνύουν την ανάγκη να υπάρξει συγκροτημένη πολιτική υγείας από την πολιτεία, προκειμένου να καλυφθούν στο μέγιστο δυνατό, οι ανάγκες των ασφαλισμένων και ανασφάλιστων πολιτών».

Όσον αφορά τους ενήλικες, το ποσοστό των ατόμων που δεν έχουν τερηδόνα είναι δυστυχώς μόλις στο 0,7% για τις ηλικίες 35-44 και 0,1% στις ηλικίες 65-74. Μάλιστα, από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων της παρούσας μελέτης με εκείνη του 2004, οι ερευνητές διαπίστωσαν αύξηση των δεικτών τερηδόνας ρίζας.

Παράλληλα μόλις το 11,8% των ενηλίκων 35-44 ετών και το 6,4% των ενηλίκων 65-74 ετών είχαν υγιές περιοδόντιο. Βέβαια, το 53,4% της πρώτης ηλικιακής ομάδας βουρτσίζει μια φορά ή αραιά ή και ποτέ τα δόντια του, με το ποσοστό να εκτινάζεται στο 70% για τη δεύτερη ηλικιακή ομάδα.

Ακόμα επισημάνθηκαν και άλλοι παράγοντες που συνέβαλλαν στη διαμόρφωση των στοιχείων της έρευνας. Για παράδειγμα τα παιδιά με γονείς ανώτατης εκπαίδευσης από αστικές περιοχές επισκέπτονται συχνότερα τον οδοντίατρο, συγκριτικά με τα παιδιά των αγροτικών περιοχών, με γονείς χαμηλότερης εκπαίδευσης. Έτσι ο αγροτικός πληθυσμός εμφανίζει υψηλότερους δείκτες τερηδόνας.

Επίσης όσο αυξάνεται το εκπαιδευτικό επίπεδεο αλλά και το μηναίο εισόδημα αυξάνεται και το ποσοστό των ατόμων που είχε διατηρήσει μεγαλύτερο αριθμό φυσικών δοντιών στη στοματική κοιλότητα.

Τέλος το 38,2% των μεσηλίκων και το 42,9% των ατόμων τρίτης ηλικίας δεν είχε καλύψει τις προσθετικές του ανάγκες. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ηλικίες 65-74 ετών το ποσοστό εκείνων που είχε ανάγκη προσθετικής αποκατάστασης ήταν υψηλότερο το 2013 συγκριτικά με το 2004.