Πρωτοσέλιδο

Ανάπτυξη δεικτών κινδύνου για συστηματικό λύκο

Ανάπτυξη δεικτών κινδύνου για συστηματικό λύκο
Οι ερευνητές του Feinstein Institute for Medical Research στις Η.Π.Α. έχουν αναπτύξει ένα δείκτη που προσδιορίζει τον κίνδυνο για συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ) με βάση την παρουσία και την ποσότητα των αντισωμάτων IgG και IgM και των επιπέδων του C1q στον ορό του αίματος. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Molecular Medicine . Ο δείκτης […]

Οι ερευνητές του Feinstein Institute for Medical Research στις Η.Π.Α. έχουν αναπτύξει ένα δείκτη που προσδιορίζει τον κίνδυνο για συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ) με βάση την παρουσία και την ποσότητα των αντισωμάτων IgG και IgM και των επιπέδων του C1q στον ορό του αίματος. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Molecular Medicine .

Ο δείκτης κινδύνου, ο οποίος πρέπει να επικυρωθεί σε περαιτέρω μελέτες, θα μπορούσε να είναι χρήσιμος στην παρακολούθηση του κινδύνου σε άτομα με την πάροδο του χρόνου. Θα μπορούσε να βοηθήσει στον εντοπισμό εκείνων που μπορεί να ωφεληθούν από τις πρώιμες παρεμβάσεις και για τον εντοπισμό διαγνωσμένων ασθενών με ΣΕΛ που ενδέχεται να διατρέχουν κίνδυνο επικείμενης έξαρσης της νόσου.

Η Δρ. Betty Diamond, εκ των συγγραφέων της μελέτης, δήλωσε: «Ο ΣΕΛ είναι μια αυτοάνοση νόσος πολλαπλών οργάνων με δυσανάλογα υψηλότερο επιπολασμό σε άτομα της Δυτικής Αφρικής. Στην παρούσα μελέτη αναλύσαμε τον ορό από μοναδικούς πληθυσμούς με διάφορους βαθμούς κινδύνου, προκειμένου να προσδιορίσουμε τους ορολογικούς παράγοντες που μπορεί να συσχετίζονται με τον κίνδυνο ή την προστασία έναντι του ΣΕΛ.»

Για να συγκρίνουν τους δυνητικούς βιοδείκτες του ΣΕΛ μεταξύ γυναικών με διαφορετικού βαθμού κίνδυνο ΣΕΛ, οι συγγραφείς ανέλυσαν δείγματα ορού αίματος από πέντε κοόρτες: 40 γυναίκες Μαλιανών με ιστορικό ελονοσίας (MAL), 51 αφρομαερικανές ασθενείς με ΣΕΛ (SLE), 88 υγιείς αφροαμεριακανές (AAHC), 98 αδελφές ασθενών με ΣΕΛ (SIS) και 16 καυκάσιες υγιείς μάρτυρες (CHC).

Οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι οι τίτλοι των IgM αντισωμάτων – οι οποίοι είναι γνωστό ότι προστατεύουν από την εμφάνιση του ΣΕΛ – ήταν χαμηλότεροι στις κοόρτες SLE, SIS και AAHC και υψηλότεροι στις ομάδες MAL και CHC. Τα επίπεδα των αντισωμάτων IgG – η παρουσία των οποίων προηγείται της εμφάνισης του ΣΕΛ – ήταν τα υψηλότερα στις ομάδες SLE και MAL και παρόμοια στις ομάδες CHC, AAHC και SIS. Η κοόρτη SLE βρέθηκε επίσης να έχει τα χαμηλότερα επίπεδα C1q. Το C1q προωθεί την ανοσολογική ανοχή, η οποία περιλαμβάνει την παρεμπόδιση των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος από το να επιτεθούν στα ίδια τα κύτταρα του σώματος όπως συμβαίνει με τις αυτοάνοσες νόσους, όπως ο ΣΕΛ.

Ενενήντα τοις εκατό ατόμων με κληρονομική ανεπάρκεια C1q έχουν επίσης ΣΕΛ. Οι συγγραφείς προειδοποιούν ότι ο δείκτης κινδύνου τους πρέπει να επικυρωθεί σε μελλοντικές διαχρονικές μελέτες, οι οποίες επίσης πρέπει να προσδιορίσουν τον πραγματικό κίνδυνο ανάπτυξης ΣΕΛ για κάθε βαθμολογία κινδύνου.