Οφθαλμολογία

Ερευνητές εντοπίζουν μόριο-κλειδί για φλεγμονή του κερατοειδούς

Ερευνητές εντοπίζουν μόριο-κλειδί για φλεγμονή του κερατοειδούς
Ένα από τα συμπτώματα της λοίμωξης του οφθαλμού από τον ιό του απλού έρπητα -1 (HSV-1) είναι η παρατεταμένη φλεγμονή του κερατοειδούς. Αλλά ελλείψει αιμοφόρων αγγείων, οι ερευνητές έχουν προβληματισθεί από καιρό πως ο ιστός αυτός φλεγμαίνει μετά από τραύμα ή μόλυνση. Για να συμβεί μία φλεγμονώδης απόκριση, πρέπει να είναι παρόντα κύτταρα του ανοσοποιητικού […]

Ένα από τα συμπτώματα της λοίμωξης του οφθαλμού από τον ιό του απλού έρπητα -1 (HSV-1) είναι η παρατεταμένη φλεγμονή του κερατοειδούς. Αλλά ελλείψει αιμοφόρων αγγείων, οι ερευνητές έχουν προβληματισθεί από καιρό πως ο ιστός αυτός φλεγμαίνει μετά από τραύμα ή μόλυνση. Για να συμβεί μία φλεγμονώδης απόκριση, πρέπει να είναι παρόντα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, και αυτά τα κύτταρα ταξιδεύουν σε όλο το σώμα στο αίμα.

Τώρα, ερευνητές του Πανεπιστημίου του Ιλινόις στο Σικάγο (UIC) έχουν εντοπίσει ένα ένζυμο που υπάρχει στον κερατοειδή το οποίο υπερεκφράζεται δραματικά και προκαλεί φλεγμονή κατά τη διάρκεια λοίμωξης από τον ιό HSV-1. Η υπερέκφραση παραμένει ακόμα και όταν ο ιός έχει απομακρυνθεί. Τα αποτελέσματά τους δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Cell Reports

Ο HSV-1 μεταδίδεται μέσω σωματικών υγρών και μολύνει το στόμα και τα μάτια, και είναι μία από τις κύριες αιτίες τύφλωσης παγκοσμίως. Μπορεί να εξαλειφθεί στον οφθαλμό χρησιμοποιώντας αντι-ιικά φάρμακα, αλλά η φλεγμονή του κερατοειδούς μπορεί να παραμείνει επ ‘αόριστον, απαιτώντας συνεχιζόμενη θεραπεία με στεροειδή σε οφθαλμικές σταγόνες.

«Θέλαμε να μάθουμε γιατί εξακολουθεί να υπάρχει φλεγμονή, ακόμη και μετά την απομάκρυνση του ιού από τον οφθαλμό,» δήλωσε ο Deepak Shukla, Καθηγητής Οφθαλμολογίας/Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας στο UIC College of Medicine. «Σκεφτήκαμε ότι πρέπει να υπάρχει ένας παράγοντας ή κάποιο μόριο ήδη στον οφθαλμό που επηρεάζεται από τον ιό, και ότι κατ’αυτόν τον τρόπο ανατρέπεται η ισορροπία στον κερατοειδή προς την φλεγμονή.»

Ο Shukla και οι συνεργάτες του εξέτασαν κύτταρα κερατοειδούς από ανθρώπους, μολυσμένα με HSV-1 και διαπίστωσαν ότι ένα ένζυμο που ονομάζεται ηπαρινάση αυξήθηκε σημαντικά και ενεργοποιήθηκε λίγο μετά τη μόλυνση, και παρέμεινε αυξημένο μετά από την αρχική μόλυνση. «Η δραστική μορφή της ηπαρινάσης συμμετείχε σαφώς στην προαγωγή της φλεγμονής στον κερατοειδή μέσω πολλαπλών οδών», δήλωσε ο Αλέξανδρος Αγγελίδης, ένας μεταπτυχιακός φοιτητής στο UIC College of Medicine και συν-ερευνητής της μελέτης.

Η ηπαρινάση είναι ένα ένζυμο που φυσιολογικά υπάρχει σε κύτταρα σε όλο το σώμα και στον κερατοειδή χιτώνα σε χαμηλά επίπεδα. Στην ενεργή μορφή της, λειτουργεί για να ρυθμίσει τα επίπεδα της θειικής ηπαράνης, ενός γενικού υποδοχέα της κυτταρικής μεμβράνης. «Πολλές ουσίες συνδέονται με τη θειική ηπαράνη για να προκαλέσουν διάφορες κυτταρικές αποκρίσεις, αλλά όταν τα επίπεδα της ενεργού ηπαρινάσης είναι υψηλά, οι υποδοχείς ελαττώνονται, συνδεδεμένα μόρια απελευθερώνονται και μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στους τοπικούς ιστούς», δήλωσε ο Αγγελίδης.

Στον κερατοειδή, όταν τα επίπεδα της ηπαρινάσης είναι υψηλά, ορισμένα μόρια που φυσιολογικά δεσμεύονται με θειική ηπαράνη βλάπτουν τους δεσμούς μεταξύ των κυττάρων, καθιστώντας τους ιστούς διαπερατούς σε αίμα και προσβάσιμους σε ανοσοκύτταρα . «Πιστεύουμε ότι αυτός είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους τα αυξημένα επίπεδα ηπαρινάσης προωθούν τη φλεγμονή στον κερατοειδή,» είπε ο Shukla. «Ένα φάρμακο που θα αποκλείει την ηπαρινάση μπορεί να αντιπροσωπεύει μία νέα θεραπεία για τη φλεγμονή που σχετίζεται με λοίμωξη από HSV-1»