Ρεπορτάζ Υγείας

Οι υπηρεσίες δημόσιας Υγείας φθίνουν στην Ελλάδα

Οι υπηρεσίες δημόσιας Υγείας φθίνουν στην Ελλάδα
Οι υπηρεσίες της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην Ελλάδα , χρόνο με τον χρόνο φθίνουν, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να μην μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους αλλά και να αδυνατούν να πληρώσουν για να πάνε στον ιδιωτικό τομέα , συμφώνα με πανελλαδική έρευνα που διενεργήθηκε από την Alco για τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών (ΙΣΑ) µε τη συµµετοχή 19 οργανώσεων ασθενών, […]

Οι υπηρεσίες της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην Ελλάδα , χρόνο με τον χρόνο φθίνουν, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να μην μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους αλλά και να αδυνατούν να πληρώσουν για να πάνε στον ιδιωτικό τομέα , συμφώνα με πανελλαδική έρευνα που διενεργήθηκε από την Alco για τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών (ΙΣΑ) µε τη συµµετοχή 19 οργανώσεων ασθενών, σε ποσοστό 50% οι πολίτες δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν στα έξοδα για την υγεία τους.

Η έρευνα έδειξε ότι οι πολίτες δεν είναι ικανοποιημένοι από τις υπηρεσίες της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, όπως είναι τα Κέντρα Υγείας, οι πρώην Μονάδες ΠΕΔΥ, τα πολυϊατρεία . Το 80% εξαναγκάστηκε να πληρώσει για υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Μάλιστα το 20% πλήρωσε πάνω από 70 ευρώ ενώ το 59% γυρίζει την πλάτη στον οικογενειακό γιατρό και δηλώνει ότι θα παραμείνει στο γιατρό που τον παρακολουθεί.

Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται τα άτομα άνω των 65 ετών που σε ποσοστό 60% ,δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρήματα που απαιτούνται

Η έρευνα διενεργήθηκε σε 1.000 άτομα ηλικίας άνω των 25 ετών, σε όλη την Ελλάδα και αποτυπώνει την εικόνα και τις αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας σε σχέση, με σημαντικά ζητήματα που αφορούν τη Δημόσια υγεία και παράλληλα αποτυπώνει την εξέλιξη των σχετικών τάσεων, μέσα από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων της, με εκείνα που προέκυψαν σε ανάλογη έρευνα, για λογαριασμό του ΙΣΑ ,το Σεπτέμβριο του 2018.

Ειδικότερα από την έρευνα προέκυψαν, μεταξύ άλλων, τα εξής στοιχεία :

  • 1 στους 2 πολίτες δυσκολεύεται να καλύψει τις δαπάνες υγείας (κυρίως άτομα άνω των 65 ετών)και 4 τους 10 τη δαπάνη για φάρμακα.
  • 2 στους 3 Έλληνες ,κάνουν χρήση υπηρεσιών υγείας, κάθε χρόνο.
  • 4 στους 10 πολίτες θεωρούν ότι οι υπηρεσίες έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία δύο χρόνια, 3 στους 10 ότι έχουν μείνει στάσιμες και 2 στους 10 ότι έχουν βελτιωθεί
  • το 59% των πολιτών γυρίζει την πλάτη στον οικογενειακό γιατρό και δηλώνει ότι θα παραμείνει στο γιατρό που τον παρακολουθεί.
  • αυξήθηκε, ο αριθμός των πολιτών που δεν έμειναν ευχαριστημένοι από τη Μονάδα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που επισκέφθηκαν, από 36% το περασμένο Σεπτέμβριο, σε 41% σήμερα.
  • αυξήθηκε κατά 16% ,ο αριθμός των πολιτών που εκτιμούν ότι το νέο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, θα οδηγήσει σε επιδείνωση των παρεχόμενων υπηρεσιών από 30% σε 46%
  • το 50% δυσπιστεί σε σχέση με το Δημόσιο σύστημα υγείας, εκτιμώντας ότι για να καλύψει τις ανάγκες του θα πρέπει να πληρώσει.
  • το 70% δεν έχει εγγραφεί σε οικογενειακό γιατρό και ένας στους δύο δηλώνει άγνοια για το νέο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας
  • το 80% των πολιτών έχει πληρώσει από την τσέπη του για υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας ,όπως επίσκεψη σε γιατρό ή διαγνωστικές εξετάσεις ενώ το 20% έχει πληρώσει πάνω από 70 ευρώ.

Σχολιάζοντας τα συμπεράσματα της έρευνας, ο διευθύνων σύμβουλος της Alco, Κώστας Παναγόπουλος, τόνισε ότι «Το σύνολο των ευρημάτων της έρευνας, αποτυπώνει μια γενικά σταθερή εικόνα σε σχέση με την αντίληψη των πολιτών για τις υπηρεσίες υγείας. Γενική εκτίμηση είναι ότι στον τομέα αυτό τα τελευταία χρόνια υπήρξε επιδείνωση, αν και σε σχέση με το Σεπτέμβριο, τα ποσοστά είναι σταθερά ενώ διατηρείται η δυσπιστία της κοινωνίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό θεωρεί ότι για να καλύψει τις ανάγκες της θα πρέπει να πληρώσει. Στη συνολική αυτή εικόνα, το νέο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας είναι σαφώς περισσότερο γνωστό απ’ ότι τον Απρίλιο, σε καμία όμως περίπτωση δεν πλησιάζει στο βαθμό αναγνωρισιμότητας που θα έπρεπε να έχει.   Το γεγονός είναι εντόνως προβληματικό, όπως άλλωστε και ο χαμηλός βαθμός πρόθεσης ένταξης σε αυτό, που ναι μεν διπλασιάστηκε, κινείται όμως στα επίπεδα του 30%. Προφανώς η τελική στάση όλων θα διευκρινιστεί όταν η γνώση καλύψει την πλειοψηφία του πληθυσμού, (κάτι που αποτελεί ευθύνη της Πολιτείας), η προδιάθεση όμως σήμερα, εξακολουθεί να δείχνει αρνητική.»