Ρεπορτάζ Υγείας

Ίδρυμα Νιάρχου: Δωρεά 2,5 εκατ. ευρώ στο Π.Ν. Λάρισας

Ίδρυμα Νιάρχου: Δωρεά 2,5 εκατ. ευρώ στο Π.Ν. Λάρισας
Στην τελική ευθεία βρίσκεται η υλοποίηση μεγάλης δωρεάς στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ θα ακολουθήσουν άλλα 6 νοσοκομεία. Συγκεκριμένα, ομάδα εκπροσώπων και Αμερικανών επιστημονικών συμβούλων του Ιδρύματος, η έδρα του οποίου είναι στη Νέα Υόρκη, βρέθηκε για δεύτερη φορά προ ημερών στη Λάρισα και συναντήθηκε […]

Στην τελική ευθεία βρίσκεται η υλοποίηση μεγάλης δωρεάς στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ θα ακολουθήσουν άλλα 6 νοσοκομεία.

Συγκεκριμένα, ομάδα εκπροσώπων και Αμερικανών επιστημονικών συμβούλων του Ιδρύματος, η έδρα του οποίου είναι στη Νέα Υόρκη, βρέθηκε για δεύτερη φορά προ ημερών στη Λάρισα και συναντήθηκε με τον διοικητή Αθ. Μητσιό και τον καθηγητή Ακτινοθεραπείας Γιώργο Κύργια και τους συνεργάτες του.

Μετά τη συνάντηση έγινε γνωστό ότι το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος θα προσφέρει στο νοσοκομείο έναν γραμμικό επιταχυντή, αξίας άνω των 2,5 εκατομμυρίων ευρώ. Για όσους δεν γνωρίζουν, πρόκειται για υπερσύγχρονο μηχάνημα το οποίο είναι απαραίτητο για την ακτινοθεραπεία των καρκινοπαθών.

Ο υπάρχων γραμμικός επιταχυντής του είναι παλαιάς τεχνολογίας, για την ακρίβεια έχει παρέλθει το προβλεπόμενο όριο ζωής του  και εμφανίζει συχνά βλάβες, αποτέλεσμα την δυσχερή εξυπηρέτηση των ασθενών. Με τον καινούριο επιταχυντή αναμένεται να τριπλασιαστεί ο αριθμός ασθενών που θα μπορεί να εξυπηρετεί το Τμήμα Ακτινοθεραπείας στη Λάρισα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου αποφάσισε να δωρίσει φέτος 7 γραμμικούς επιταχυντές σε νοσοκομεία της χώρας, τα οποία σύμφωνα με το αποτέλεσμα της προεπιλογής θα είναι εκείνα της Αλεξανδρούπολης, το Θεαγένειο στη Θεσσαλονίκη, το Πανεπιστημιακό της Λάρισας, το «Αλεξάνδρα» και το Αττικό στην Αθήνα, το Πανεπιστημιακό της Πάτρας και του Ηρακλείου.

Η προμήθεια και η τοποθέτησή τους θα γίνουν σταδιακά έτσι ώστε να υπάρξει αλληλοκάλυψη και να μην δημιουργηθούν κενά στη θεραπεία των ασθενών. Προβλέπεται να έχει ολοκληρωθεί εντός των επόμενων δύο ετών