Πολιτική Φαρμάκoυ

Διαβητικό φάρμακο μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης Πάρκινσον

Διαβητικό φάρμακο μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης Πάρκινσον
Διαβητικό φάρμακο φαίνεται πως μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Πάρκινσον, σύμφωνα με νέα μελέτη από το Βασιλικό Κολλέγιο του Λονδίνου. Η μελέτη παρουσιάζει στοιχεία τα οποία έδειξαν ότι μια κατηγορία φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του διαβήτη μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Πάρκινσον. Της Νικολέτας Ντάμπου Η μελέτη […]

Διαβητικό φάρμακο φαίνεται πως μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Πάρκινσον, σύμφωνα με νέα μελέτη από το Βασιλικό Κολλέγιο του Λονδίνου. Η μελέτη παρουσιάζει στοιχεία τα οποία έδειξαν ότι μια κατηγορία φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του διαβήτη μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Πάρκινσον.

Της Νικολέτας Ντάμπου

Η μελέτη βρήκε ότι ασθενείς με διαβήτη που λαμβάνουν χάπια γλιταζόνης είναι λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν τη νόσο του Πάρκινσον από τους ασθενείς που έλαβαν άλλες αντιδιαβητικές θεραπείες. Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο PLΟS Medicine δείχνει ότι ασθενείς με διαβήτη που λαμβάνουν χάπια γλιταζόνης είχαν σχεδόν 1/3 λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νόσο του Πάρκινσον από τους ασθενείς που λάμβαναν άλλες αντιδιαβητικές θεραπείες και οι οποίοι δεν είχαν λάβει ποτέ την κατηγορία αυτή των φαρμάκων.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις των επιστημόνων, περίπου 1 στα 500 άτομα έχουν προσβληθεί από τη νόσο του Πάρκινσον. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες που να αντιμετωπίζουν άμεσα την ασθένεια, η οποία σκοτώνει τα νευρικά κύτταρα που παράγουν ντοπαμίνη – μια χημική ουσία του εγκεφάλου που είναι απαραίτητη για τη μεταφορά μηνυμάτων στους μύες που ελέγχουν την κίνηση.

Εργαστηριακές μελέτες και μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι οι γλιταζόνες μπορούν να αποτρέψουν την απώλεια των νευρικών κυττάρων. Η νέα μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στην Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου στη Μεγάλη Βρετανία, είναι η πρώτη που διερευνά τη χρήση γλιταζόνης και την επίπτωση της στη νόσο του Πάρκινσον στον άνθρωπο.
Η Δρ Ρουθ Μπράουερ, η οποία ασχολήθηκε με τη μελέτη όσο ήταν στη Σχολή και στη συνέχεια στο Βασιλικό Κολλέγιο του Λονδίνου, αναφέρει, «αν και η μελέτη μας εξέτασε μόνο τα άτομα με διαβήτη, πιστεύουμε ότι είναι πιθανό η προστατευτική επίδραση της γλιταζόνης να δρα και σε άτομα χωρίς διαβήτη».

Οι γλιταζόνες θεραπεύουν τον διαβήτη με την ενεργοποίηση ενός υποδοχέα για τη μείωση της αντίστασης στην ινσουλίνη. Ο υποδοχέας ονομάζεται υπεροξυσωμάτων ενεργοποιημένος γάμμα πολαπλασιαστής (PPARɣ). Ωστόσο, ο υποδοχέας έχει επίσης και άλλες λειτουργίες, πολλές από τις οποίες δεν έχουν μελετηθεί εκτενώς στους ανθρώπους. Ένας υποδοχέας είναι μια πρωτεΐνη ενσωματωμένη στο κυτταρικό τοίχωμα που δρα ως θυρωρός, επιτρέποντας μόνο σε ορισμένα σήματα να εισέλθουν.

Η μελέτη έδειξε ότι τα άτομα με διαβήτη που λαμβάνουν γλιταζόνες είχαν κατά 28% χαμηλότερη συχνότητα εμφάνισης της νόσου του Πάρκινσον. Οι ερευνητές εξέτασαν τα ηλεκτρονικά μητρώα υγείας πάνω από 160.000 ασθενών με διαβήτη στο Ηνωμένο Βασίλειο για να ταιριάξουν 44.597 χρήστες γλιταζόνης με 120.373 ανθρώπους που χρησιμοποιούν άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα. Κάθε χρήστης γλιταζόνης αντιστοιχήθηκε με πέντε χρήστες άλλων διαβητικών θεραπειών της ίδιας ηλικίας και φύλου, που παρακολουθούνταν στην ίδια κλινική και ήταν στο ίδιο στάδιο θεραπείας του διαβήτη.

Τα δεδομένα που εκτείνονταν από το 1999 – όταν γλιταζόνες για πρώτη φορά συνταγογραφούνται για τη θεραπεία του διαβήτη – έως το 2013. Από τα στοιχεία που καλύπτουν την περίοδο αυτή οι ερευνητές μπόρεσαν να δουν πόσοι από τους συμμετέχοντες διαγνώστηκαν με τη νόσο του Πάρκινσον.