Ιώσεις

Αποκαλύπτονται οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της λοίμωξης από Έμπολα

healthweb.gr | Ειδήσεις όπως είναι.
Οι άνθρωποι που επιβιώνουν από λοίμωξη με τον ιό Έμπολα μπορεί να εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εξουθενωτικά προβλήματα υγείας, ακόμη ένα χρόνο μετά, αφότου είναι ελεύθεροι μόλυνσης, σύμφωνα με μία εν εξελίξει έρευνα στη Γουινέα, η οποία υπογράμμισε την ανάγκη συνέχισης της μακροχρόνιας παρακολούθησης των ασθενών. Αυτή είναι η μεγαλύτερη και μακρότερη αξιολόγηση των επιζώντων από […]

Οι άνθρωποι που επιβιώνουν από λοίμωξη με τον ιό Έμπολα μπορεί να εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εξουθενωτικά προβλήματα υγείας, ακόμη ένα χρόνο μετά, αφότου είναι ελεύθεροι μόλυνσης, σύμφωνα με μία εν εξελίξει έρευνα στη Γουινέα, η οποία υπογράμμισε την ανάγκη συνέχισης της μακροχρόνιας παρακολούθησης των ασθενών. Αυτή είναι η μεγαλύτερη και μακρότερη αξιολόγηση των επιζώντων από  Έμπολα μέχρι σήμερα.

Τα 3/4 των επιζώντων είχαν συμπτώματα μετά τη λοίμωξη από τον Έμπολα, όταν εισήχθησαν στη μελέτη, μετά από περίπου ένα χρόνο, κατά μέσο όρο, αφού πήραν εξιτήριο από το νοσοκομείο, ανέφεραν οι ερευνητές. Από τους επιζήσαντες, 18% παρουσίασαν οφθαλμικά προβλήματα, μεταξύ των οποίων οκτώ άτομα που τυφλώθηκαν, οι ερευνητές ανέφεραν στο The Lancet Infectious Diseases. Επιπρόσθετα, 2% (19 άτομα) εμφάνισαν κώφωση. Σχεδόν ένας στους τέσσερις συμμετέχοντες, αναφέρει η μελέτη, είχαν αρθραλγίες και μυαλγίες, το 35% είχαν κεφαλαλγίες και 22% είχαν επιγαστραλγία, ενώ 17% είχαν συμπτώματα κατάθλιψης. 

Η μελέτη επιβεβαίωσε επίσης τις προηγούμενες παρατηρήσεις ότι ο ιός Έμπολα μπορεί να παραμείνει στο σπέρμα ανδρών που έχουν μολυνθεί για 18 μήνες ή περισσότερο, αυξάνοντας το φάσμα της σεξουαλικής μετάδοσης. Οι ερευνητές συμπεριέλαβαν 802 επιζώντες από Έμπολα, μεταξύ των ηλικιών 1-79 ετών, από τέσσερα νοσοκομεία στη Γουινέα, μεταξύ Μαρτίου 2015 και Ιουλίου 2016.

Αυτή η ομάδα εκπροσωπεί το 74% των επιζώντων στη Γουινέα της επιδημίας Έμπολα των ετών 2013-2016 στη Δυτική Αφρική -μακράν το χειρότερο ξέσπασμα στην ιστορία 40 ετών της νόσου. Συνολικά 11.300 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη Γουινέα, Λιβερία και τη Σιέρα Λεόνε, σε σύγκριση με το σύνολο των 1.700 σε όλο τον κόσμο στις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες. Όμως υπολογίζεται ότι 17.000 επέζησαν από το πιο πρόσφατο ξέσπασμα.

«Ο μεγάλος αριθμός των επιζώντων  εγείρει πολλά νέα ζητήματα: μακροχρόνιες κλινικές επιπλοκές, ψυχοκοινωνικές συνέπειες, τον κίνδυνο επανενεργοποίησης και δευτερογενούς μετάδοσης του ιού Έμπολα, λόγω παραμονής του ιού στα σωματικά υγρά», ανέφεραν οι συγγραφείς της μελέτης. Οι ερευνητές διεξήγαγαν αναλύσεις ρουτίνας αίματος, σπέρματος, μητρικού γάλακτος , ούρων και σιέλου σε τακτά χρονικά διαστήματα, καθώς και ψυχολογικές εξετάσεις. 

Σε δέκα άρρενες επιζώντες που έδωσαν δείγματα σπέρματος αυτά βρέθηκαν θετικά για τον ιό Έμπολα – σε ένα από αυτά πλήρως 18 μήνες μετά τη νόσηση. «Ακριβώς πόσο καιρό ο ιός θα μπορούσε να παραμείνει στο σπέρμα παραμένει άγνωστος», έγραψαν. Μέχρι το σπέρμα να επιβεβαιωθεί ότι είναι απαλλαγμένο από ιούς, η παρακολούθηση «είναι σαφώς αναγκαία για τη μείωση του κινδύνου της σεξουαλικής μετάδοσης από τους επιζώντες.» Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO), η σεξουαλική μετάδοση του ιού Έμπολα από τους άνδρες στις γυναίκες είναι μια «ισχυρή πιθανότητα», αλλά ακόμη αναπόδεικτη. 

Τα ούρα ήταν θετικά για Έμπολα σε δύο περιπτώσεις, και το σάλιο σε ένα μόνο, σύμφωνα με τους ερευνητές. Δεν βρέθηκε ιός στο μητρικό γάλα ή σε κολπικά υγρά. Υπήρχαν περισσότερα οφθαλμολογικά προβλήματα μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, «υπονοώντας ότι ο οφθαλμολογικός έλεγχος θα πρέπει να συνεχίσει καιρό μετά το εξιτήριο.» Τα παιδιά είχαν λιγότερα σοβαρά προβλήματα υγείας από ότι οι ενήλικες. «Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι η στενή παρακολούθηση των ασθενών σε ανάρρωση θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για τουλάχιστον 18 μήνες μετά την θεραπεία … και ίσως ακόμη περισσότερο» δήλωσαν οι συγγραφείς.