Επιστημονικά Νέα

Τα αντιβιοτικά είναι αναποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του βήχα

Τα αντιβιοτικά είναι αναποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του βήχα
Τα αντιβιοτικά είναι αναποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του επίμονου βήχα που προκαλείται από πνευμονικές λοιμώξεις, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The Lancet. Περίπου 2.000 ασθενείς από 12 ευρωπαϊκές χώρες συμπλήρωσαν ένα ημερολόγιο «ασθενείας» και διαπιστώθηκε ότι η σοβαρότητα και η διάρκεια των συμπτωμάτων των ατόμων που είχαν πάρει αντιβιοτικά δεν διέφεραν από των […]


Τα αντιβιοτικά είναι αναποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του επίμονου βήχα που προκαλείται από πνευμονικές λοιμώξεις, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The Lancet.

Περίπου 2.000 ασθενείς από 12 ευρωπαϊκές χώρες συμπλήρωσαν ένα ημερολόγιο «ασθενείας» και διαπιστώθηκε ότι η σοβαρότητα και η διάρκεια των συμπτωμάτων των ατόμων που είχαν πάρει αντιβιοτικά δεν διέφεραν από των ασθενών που πήραν εικονικό σκεύασμα.

Ο Δρ Πωλ Λιτλ από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον πάντως σπεύδει να επισημάνει ότι αν υπάρχει υποψία πνευμονίας, τότε τα αντιβιοτικά θα πρέπει να χορηγούνται ανάλογα πάντα με τη σοβαρότητα της κατάστασης.

«Η χρήση αντιβιοτικών όπως η αμοξυκιλλίνη για την αντιμετώπιση αναπνευστικών λοιμώξεων σε ασθενείς χωρίς υποψία πνευμονίας δεν είναι επιβοηθητική και ίσως κάνει και κακό», εξηγεί ο Δρ Λιτλ.

«Η κατάχρηση αντιβιοτικών, με κύριους υπαίτιους τους γιατρούς πρωτοβάθμιας υγείας, ειδικά όταν δεν είναι αποτελεσματική, μπορεί να συντελέσει σε ανθεκτικότητα και παρενέργειες όπως η διάρροια, ο εμετός και τα εξανθήματα», συμπληρώνει.

Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι οι ασθενείς αυτοβελτιώνονται. Αλλά δεδομένου ότι μια μικρή αναλογία ασθενών επωφελείται από τα αντιβιοτικά, η πρόκληση είναι ο εντοπισμός τους και η ορθή χρήση των φαρμάκων.

Η μελέτη

Η έρευνα έγινε από τον Νοέμβριο του 2007 έως και τον Απρίλιο του 2010 και περιλάμβανε μεταξύ άλλων το Βέλγιο, τη Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία.

Οι 2.061 ασθενείς είχαν επίμονο βήχα (διαρκούσε για περισσότερες από 28 ημέρες) και υπήρχε υποψία πνευμονικής λοίμωξης, όπως η βρογχίτιδα. Εξαιρέθηκαν οι πάσχοντες από πνευμονία, λόγω της σοβαρότητας της πάθησης.

Οι ερευνητές με τυχαία επιλογή χώρισαν τους ασθενείς σε δύο ομάδες, μια που πήρε αντιβιοτικά και η άλλη εικονικό φάρμακο, τρεις φορές την ημέρα για μια εβδομάδα.

Οι συμμετέχοντες συμπλήρωναν ένα ημερήσιο ημερολόγιο διάρκειας της νόσου τους και βαθμολογούσαν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων, περιλαμβανομένου του βήχα, της δύσπνοιας, της στηθάγχης και της ρινικής απόφραξής ή καταρροής.

Τελικά, η διαφορά ως προς τη διάρκεια και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων ήταν μικρή μεταξύ των δύο ομάδων. Το ίδιο ίσχυε και για τους ηλικιωμένους ασθενείς, άνω των 60 ετών, που αποτελούσαν το ένα τρίτο του δείγματος.

Μάλιστα όσοι έπαιρναν αντιβιοτικά ανέφεραν περισσότερες παρενέργειες, όπως ναυτία, διάρροια και δερματικά εξανθήματα, συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου.