Επιστημονικά Νέα

Νέα γενετικά ευρήματα για την ελκώδη κολίτιδα

healthweb.gr | Ειδήσεις όπως είναι.
Σε δύο μελέτες που δημοσιεύθηκαν στο Nature Genetics , ερευνητές από το Wellcome Trust Sanger Institute και οι συνεργάτες τους αναφέρουν ότι έχουν εντοπίσει μια γενετική παραλλαγή που διπλασιάζει τον κίνδυνο ενός ατόμου να αναπτύξει ελκώδη κολίτιδα, μία μορφή χρόνιας νόσου γνωστής ως φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (IBD). Επίσης ανακάλυψαν περαιτέρω 25 νέες γενετικές συσχετίσεις […]

Σε δύο μελέτες που δημοσιεύθηκαν στο Nature Genetics , ερευνητές από το Wellcome Trust Sanger Institute και οι συνεργάτες τους αναφέρουν ότι έχουν εντοπίσει μια γενετική παραλλαγή που διπλασιάζει τον κίνδυνο ενός ατόμου να αναπτύξει ελκώδη κολίτιδα, μία μορφή χρόνιας νόσου γνωστής ως φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (IBD). Επίσης ανακάλυψαν περαιτέρω 25 νέες γενετικές συσχετίσεις με τον κίνδυνο IBD, συμπεριλαμβανομένων αρκετών που εμπλέκουν γονίδια που σχετίζονται με μια κατηγορία θεραπευτικών ουσιών που έχει δείξει θετικά αποτελέσματα για τη θεραπεία της νόσου.

Περισσότερα από 300.000 άτομα υποφέρουν από ΙΒD στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η νόσος εκδηλώνεται με δύο μορφές: την ελκώδη κολίτιδα και τη νόσος του Crohn – καμία από τις οποίες δεν έχει επί του παρόντος μια αποτελεσματική θεραπεία. Η IBD είναι μια εξουθενωτική νόσος στην οποία το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται σε τμήματα του πεπτικού σωλήνα. Τα ακριβή αίτια της νόσου αυτής είναι ασαφή.

Για να κατανοήσουν περισσότερα για τη γενετική της IBD, οι ερευνητές μελέτησαν τα γονιδιώματα  16.432 ασθενών με IBD στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη μεγαλύτερη γενετική μελέτη ολόκληρου του γονιδιώματος για την IBD μέχρι σήμερα. Από την έρευνα, που περιελάμβανε 5% των πασχόντων από IBD σε εθνικό επίπεδο, οι επιστήμονες εντόπισαν μία σπάνια γενετική παραλλαγή που διπλασιάζει τον κίνδυνο της ελκώδους κολίτιδας. Η παραλλαγή επηρεάζει ένα γονίδιο γνωστό ως ADCY7, και φέρεται από 1 στα 200 άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι ένας από τους ισχυρότερους γενετικούς παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με την ελκώδη κολίτιδα μέχρι σήμερα και θα μπορούσε να αποτελέσει ένα νέο στόχου φαρμακοθεραπείας για την IBD.

Στη δεύτερη μελέτη, οι ερευνητές προσδιόρισαν ότι μια οικογένεια πρωτεϊνών που ονομάζονται ιντεγκρίνες παίζουν ένα βασικό ρόλο στην αύξηση του κινδύνου της IBD. Οι ιντεγκρίνες είναι διαμεμβρανικές πρωτεΐνες που δρουν ως γέφυρες για αλληλεπιδράσεις μεταξύ των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος και του υπόλοιπου σώματος. Για την φλεγμονή που σχετίζεται με τα συμπτώματα της ΙΒD, υπάρχουν φάρμακα που στοχεύουν ορισμένες από αυτές τις αλληλεπιδράσεις και έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά. Αυτή η μελέτη κατέδειξε ότι οι γενετικές παραλλαγές που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης IBD επίσης αυξάνουν την έκφραση ορισμένων ιντεγκρινών ως απόκριση στη διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος .

Η Κ de Lange, πρώτος συγγραφέας από το Sanger Institute Wellcome Trust, δήλωσε: «Θέλουμε να κατανοήσουμε τη βιολογία της νόσου και από τη γενετική πληροφορία μπορούμε να εξάγουμε μια συναρπαστική ιστορία σχετικά με το γιατί ένα συγκεκριμένο φάρμακο κατά της ιντεγκρίνης είναι αποτελεσματικό ενάντια στην IBD». Οι επιστήμονες από το Sanger Institute, έχουν τώρα ως στόχο τον προσδιορισμό της αλληλουχίας 25.000 γονιδιωμάτων ασθενών με IBD στα επόμενα πέντε χρόνια. Η άνευ προηγουμένου κλίμακα της μελέτης αυτής θα αποκαλύψει – ελπίζουν – ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες για τη βιολογία αυτής της νόσου.