Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ & ΑΜΕΑ

ΚΕΠΑ: Μεταφορά τους από τον e-ΕΦΚΑ στο ΕΚΑ μέχρι το 2030

ΚΕΠΑ: Μεταφορά τους από τον e-ΕΦΚΑ στο ΕΚΑ μέχρι το 2030
ΚΕΠΑ: Το ΕΚΑ θα λειτουργήσει ως κεντρικός κόμβος αξιολόγησης και πιστοποίησης αναπηριών σε εθνικό επίπεδο, ενώ θα αναλάβει επίσης το ρόλο του εθνικού συντονιστή για τις δημόσιες πολιτικές.

Η μετάβαση των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας, γνωστά ως ΚΕΠΑ, από τον ΕΦΚΑ στο νεοσύστατο Εθνικό Κέντρο Αναπηρίας (ΕΚΑ) σκιαγραφείται στο τελικό κείμενο της Εθνικής Στρατηγικής 2024-2030 για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία. Το ΕΚΑ θα λειτουργήσει ως κεντρικός κόμβος αξιολόγησης και πιστοποίησης αναπηριών σε εθνικό επίπεδο. Θα αναλάβει επίσης το ρόλο του εθνικού συντονιστή για τις δημόσιες πολιτικές που σχετίζονται με την αναπηρία και θα γίνει ο επίσημος σύμβουλος του κράτους για όλα τα θέματα που αφορούν τα άτομα με αναπηρία.

Με τη μεταφορά των ΚΕΠΑ από τον e-ΕΦΚΑ στον νέο οργανισμό, που θα ενσωματώνει το Ειδικό Σώμα Ιατρών, θα καταργηθεί η αρμοδιότητα για πιστοποίηση που είχαν προηγουμένως άλλες επιτροπές. Ο νέος φορέας θα αναλάβει τις αρμοδιότητες διαχείρισης σχετικών μητρώων και εργαλείων, ενεργώντας ως κεντρική πηγή στατιστικών πληροφοριών και παρέχοντας όλα τα οφέλη που σχετίζονται με την προσβασιμότητα και την ένταξη στην αγορά εργασίας.

Με την ίδρυση του ΕΚΑ προβλέπονται ενιαίες ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της τυποποίησης της ασφάλισης και των παροχών, καθώς και η θέσπιση συνεπών κανόνων για όλα τα ασφαλιστικά ταμεία. Η διαδικασία αυτή βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και ενδέχεται να αποτελέσει σημαντική νομοθετική ρύθμιση με επικεφαλής τον αναπληρωτή υπουργό Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνο Τσακλόγλου.

Μια άλλη δέσμευση της κυβέρνησης περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός Μητρώου Παροχών Αναπηρίας, το οποίο θα συνδέεται με την κάρτα αναπηρίας (εάν και εφόσον εξελιχθεί πέρα από μια πλαστικοποιημένη ταυτότητα, όπως έχει σήμερα). Αυτό το μητρώο θα ενοποιήσει όλες τις παροχές που σχετίζονται με την αναπηρία από διάφορα υπουργεία, φορείς και δομές που σχετίζονται με την αναπηρία σε όλη τη χώρα.

Όλες οι δράσεις, που έχουν προγραμματιστεί να ολοκληρωθούν έως το 2030, ενσωματώνονται στην Εθνική Στρατηγική για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία 2024-2030, που απορρέουν από τις τελικές παρατηρήσεις και συστάσεις της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών. Αυτή η επιτροπή κάλεσε την Ελλάδα να ενσωματώσει τα ζητήματα αναπηρίας σε όλες τις πολιτικές, τα μέτρα και τα προγράμματα απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού της δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης (ΔΥΠΑ).

Ζητεί επίσης την εφαρμογή συγκεκριμένων δράσεων για την αντιμετώπιση των αναγκών των ατόμων με αναπηρία στο πλαίσιο όλων των δημόσιων πολιτικών με στόχο την ενίσχυση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού και τη σύνδεσή του με την αγορά εργασίας. Αυτές οι αλλαγές αντικατοπτρίζουν τις προσπάθειες της κυβέρνησης να ευθυγραμμιστεί με τις συστάσεις της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών, η οποία προέτρεψε την Ελλάδα να μεταρρυθμίσει τις διατάξεις σχετικά με τα επιδόματα πρόνοιας, τα επιδόματα, τις συντάξεις και τις φορολογικές απαλλαγές για τα άτομα με αναπηρία.

Ο στόχος είναι να εξαλειφθούν οι κανόνες ή οι πρακτικές που εισάγουν διακρίσεις, όπως εκείνες στο πλαίσιο του συστήματος πιστοποίησης αναπηρίας. Οι συστάσεις έχουν τις ρίζες τους στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία στην Ελλάδα, ιδιαίτερα εκείνα που αντιμετωπίζουν σοβαρή υλική στέρηση. Για αυτούς, το 2030, το ορόσημο της θεσμικής αλλαγής, είναι ένας μακρινός στόχος. Αξιοσημείωτο είναι ότι το ποσοστό των ατόμων με αναπηρία που αντιμετωπίζουν σοβαρή υλική στέρηση ανέρχεται στο 18%, διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 9%.

Η πρόσβαση στην εκπαίδευση για τα παιδιά με αναπηρίες παραμένει σημαντική πρόκληση. Η εθνική στρατηγική τονίζει ότι μόνο το 15% των ατόμων με αναπηρία έχουν ολοκληρώσει το γυμνάσιο ή τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ομοίως, μόνο το 15% έχει λάβει τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η κατάσταση όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση ή την κατάρτιση είναι ακόμη πιο δεινή, καθώς πάνω από το 45% των νέων ηλικίας 16-29 ετών με αναπηρίες δεν εργάζονται, δεν φοιτούν στην εκπαίδευση ή δεν λαμβάνουν κατάρτιση. Το ποσοστό αυτό υπερβαίνει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 30%.

Στην Ελλάδα, για τα άτομα χωρίς αναπηρία, ο δείκτης αυτός κυμαίνεται γύρω στο 25%. Η διαφορά στα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ ατόμων με και χωρίς αναπηρία είναι επίσης εμφανής, με σημαντική διαφορά έντεκα ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ αυτών με πτυχία τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (24%) και εκείνων χωρίς αναπηρία (45%). Όσον αφορά την εργασιακή ένταξη, η Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίζει κατά μέσο όρο ποσοστό απασχόλησης 50% για άτομα με αναπηρία, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό πέφτει στο 34%.

Οι γυναίκες με αναπηρία αντιμετωπίζουν μια πιο σημαντική πρόκληση, με ποσοστό απασχόλησης 28%, έναντι 40% για τους άνδρες με αναπηρία και 20 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 48% για τις γυναίκες με αναπηρία. Όσον αφορά την ανεργία, το ποσοστό των ατόμων με αναπηρία αγγίζει το 29% (έναντι 18% στην ΕΕ), με τις γυναίκες να παρουσιάζουν υψηλότερο ποσοστό στο 31%.