Search Icon
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
Επιστημονικά Νέα

Αυτισμός: πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται από γονείς

Αυτισμός: πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται από γονείς

Μια πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη έδειξε ότι, όταν οι γονείς έχουν περάσει ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης, για το πώς πρέπει να συμπεριφέρονται στο παιδί με αυτισμό, παρατηρούνται αξιοσημείωτες ενδείξεις βελτίωσης. Βασική προϋπόθεση, ωστόσο, είναι η παρέμβαση να ξεκινά σε προσχολικό στάδιο.


Πρόκειται για τα αποτελέσματα της έρευνας Pre-School Autism Communication Trial (PACT), που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό The Lancet.

Οι ερευνητές των Πανεπιστημίων του Μάντσεστερ, του Νιούκαστλ και του King’s College του Λονδίνου, με επικεφαλής τον καθηγητή Παιδοψυχιατρικής Τζόναθαν Γκριν, μελέτησαν 152 αυτιστικά παιδιά, δύο έως τεσσάρων ετών, μαζί με τους γονείς τους, για έξι μήνες.

«Τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν εντυπωσιακά, αρκεί να έχουμε υπόψη μας ότι δεν πρόκειται για θεραπεία του αυτισμού, παρά τη βελτίωση, καθώς τα παιδιά εξακολουθούσαν να έχουν συμπτώματα αυτισμού. Όμως φαίνεται πως, η έγκαιρη παρέμβαση στους γονείς και στον τρόπο που αλληλεπιδρούν με τα παιδιά τους, μπορεί, όντως, να οδηγήσει σε βελτιώσεις σε βάθος χρόνου» σχολιάζει ο Μηνάς Καπετανάκης, MD, PhD c, παιδίατρος, ειδικός παιδονευρολόγος, διδάκτωρ παιδονευρολογίας στο Πανεπιστημίου Lund Σουηδίας και μέλος της Παιδονευρολογικής Εταιρίας Σουηδίας.

Αν και παλαιότερα ο αυτισμός νοείτο ως μια ενιαία πάθηση, σήμερα οι διαταραχές, που σχετίζονται με τον αυτισμό, εμπεριέχουν ένα μεγάλο φάσμα καταστάσεων. Πρόκειται για τις «Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές» (ΔΑΔ), που είναι νευροψυχιατρικές καταστάσεις οι οποίες εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία εκφάνσεων και προκύπτουν από διάφορους παράγοντες περιβαλλοντικούς και μη. Συνεπώς ο όρος αυτισμός σχετίζεται με διαταραχές, που εκδηλώνονται με διάφορες μορφές σε διαφορετικά άτομα, γι’ αυτό και μιλάμε για «φάσμα του αυτισμού» ή «αυτιστικό φάσμα».

«Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 5.000 παιδιά και ενήλικα άτομα με κλασικό αυτισμό και 30.000 άτομα με αυτιστικού τύπου διαταραχές ανάπτυξης. Πιθανόν, όμως, τα νούμερα να είναι κατά πολύ μεγαλύτερα, καθώς διευρύνεται η διαδικασία της διάγνωσης» σύμφωνα με τον Δρ. Καπετανάκη.

Σε ό,τι αφορά στην αιτία του αυτισμού, ο κ. Καπετανάκης εξηγεί ότι, «αν και εξακολουθεί να παραμένει άγνωστη, έρευνες υποδεικνύουν ένα νευρολογικό πρόβλημα, που επηρεάζει εκείνα τα τμήματα του εγκεφάλου, τα οποία επεξεργάζονται τη γλώσσα και τις πληροφορίες, που δίνουν οι αισθήσεις. Ίσως υπάρχει μια δυσαναλογία κάποιων συγκεκριμένων νευροχημικών ουσιών στον εγκέφαλο. Μερικές φορές μπορεί να εμπλέκονται και γενετικοί παράγοντες. Πιθανότερα ο αυτισμός να είναι απόρροια ενός συνδυασμού αιτιών».

Εκτός από τα σοβαρά προβλήματα στη γλώσσα και τις κοινωνικές σχέσεις, τα άτομα με αυτισμό βιώνουν συχνά μια τρομερή υπερκινητικότητα ή ασυνήθιστη παθητικότητα στις καθημερινές τους δραστηριότητες, καθώς επίσης και στις σχέσεις τους με τους γονείς τους, τα μέλη της οικογένειας και τα άλλα άτομα.

Στον αυτισμό τα προβλήματα συμπεριφοράς κυμαίνονται από πολύ σοβαρά έως πολύ ελαφριάς μορφής. Τα σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς εκδηλώνονται με τη μορφή ασυνήθιστης, επιθετικής και, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς. Αυτοί οι τρόποι συμπεριφοράς μπορεί να είναι επίμονοι και πολύ δύσκολο να αλλάξουν. Στην πιο ελαφριά του μορφή ο αυτισμός μοιάζει με μαθησιακή δυσκολία. Συχνά, όμως, ακόμα και άτομα που πάσχουν από ελαφριά μορφή αυτισμού έχουν σημαντικές αναπηρίες στην καθημερινή τους ζωή, λόγω των ελλείψεών τους στους τομείς της επικοινωνίας και των κοινωνικών σχέσεων.

«Τόσο η πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη PACT, όσο και άλλες δείχνουν ότι όλα τα άτομα με αυτισμό μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά με την κατάλληλη θεραπευτική και εκπαιδευτική αντιμετώπιση. Πολλά άτομα με αυτισμό δείχνουν τελικά μεγαλύτερη ανταπόκριση στους άλλους, καθώς μαθαίνουν να κατανοούν τον κόσμο γύρω τους. Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες διαταραχές της παιδικής ηλικίας, είναι σημαντικό να γίνει νωρίς η διάγνωση της διαταραχής, ο καθορισμός των σημείων, όπου εντοπίζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες στο άτομο, και έτσι να ξεκινήσει νωρίς και η αντιμετώπισή του, δηλαδή η πρώιμη παρέμβαση» καταλήγει ο Δρ. Μηνάς Καπετανάκης.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube

Διαβάστε Eπίσης:

Η ποδηλασία μπορεί να προάγει την υγιή γήρανση του εγκεφάλου

Μπορεί η κανέλα να βοηθήσει στην πρόληψη του Αλτσχάιμερ;

svg%3E svg%3E
svg%3E
svg%3E
Περισσότερα

Βρέθηκαν τα γονίδια που είναι υπεύθυνα για 5 ψυχιατρικές διαταραχές 

Το BDNF είναι σημαντικό για την ανάπτυξη και επιβίωση των νευρώνων. Μεταλλάξεις ή μεταβολές στην έκφρασή του έχουν συσχετιστεί με καταθλιπτικές διαταραχές και διαταραχές άγχους, επηρεάζοντας την πλαστικότητα του εγκεφάλου και την ικανότητα μάθησης.

Οι εκπληκτικές επιδράσεις της καφεΐνης στον ύπνο 

Η νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε σε επιστημονικό περιοδικό κορυφαίας αξιολόγησης, χρησιμοποίησε μεγάλη δείγματος πληθυσμού και προηγμένη τεχνολογία παρακολούθησης του ύπνου. Διαπιστώθηκε ότι η καφεΐνη, ακόμη και όταν καταναλώνεται αρκετές ώρες πριν τον ύπνο, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητά του.

Ανακαλύφθηκε ο πρώτος εγκεφαλικός βιοδείκτης για την αγχώδη διαταραχή 

Η νέα αυτή ανακάλυψη αφορά την ταυτοποίηση ενός βιοδείκτη στον εγκέφαλο, ο οποίος μπορεί να διακρίνει άτομα με αγχώδη διαταραχή από υγιή άτομα. Χρησιμοποιώντας προηγμένες τεχνικές απεικόνισης, όπως η λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI), ερευνητές ανέλυσαν τη δραστηριότητα συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου, όπως η αμυγδαλή και ο προμετωπιαίος φλοιός.

Εμβολιασμός ή φυσική ανοσία;

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε σε επιστημονικό περιοδικό συγκρίνοντας την προστασία από εμβολιασμό και φυσική λοίμωξη διαπίστωσε ότι η ανοσία μετά τον εμβολιασμό παρέχει σταθερή και αξιόπιστη προστασία, η οποία συχνά υπερβαίνει αυτήν που αποκτάται μέσω φυσικής λοίμωξης.

Οι σοβαρότερες μορφές Covid-19 συνδέονται με γενετική προδιάθεση;

Οι ερευνητές τονίζουν ότι η γενετική προδιάθεση δεν αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα κινδύνου. Περιβαλλοντικοί παράγοντες, η ηλικία, η ύπαρξη υποκείμενων νοσημάτων και ο τρόπος ζωής επίσης παίζουν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της νόσου.

Ανοσοθεραπεία μειώνει 40% τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο πνεύμονα 

Καρκίνος πνεύμονα:Ο τρόπος λειτουργίας της ανοσοθεραπείας βασίζεται στην χρήση ειδικών φαρμάκων, όπως οι αναστολείς των σημείων ελέγχου (checkpoint inhibitors), που εμποδίζουν τα καρκινικά κύτταρα από το να καταστρέψουν τα ανοσοκύτταρα του οργανισμού.

Close Icon